Monday, June 29, 2009

ΓΕΛ(Ο)ΙΑ

Κάποιες φορές νιώθω, απλά, γελοία.
Απλά, κάποιες φορές νιώθω γελοία.
Κάποιες φορές νιώθω γελοία, απλά.
Απλά, νιώθω γελοία κάποιες φορές.

Friday, June 26, 2009

Πίσω...

Άνοιξε το ψυγείο και ρούφηξε λαίμαργα από ένα μπουκαλάκι με γάλα κακάο, το μόνο που μπορούσε να καταπιεί εδώ και μέρες. Δεν είχε πιάσει η ζέστη ακόμα. Δεν είχε καν βγει ο ήλιος (κάπου αλλού η νύχτα θα ήταν ακόμα πιο βαθειά). Μόνο φως εκείνο της λάμπας του ψυγείου, να αχνοφέγγει πίσω από σακούλες με κατακόκκινα κεράσια. Τα μαλλιά λυτά. Ξυπόλητη. Γυμνή. Γυμνή έτσι κι αλλιώς, μέσα κι έξω. Το άρωμά της μύριζε καλοκαίρι. Χωρίς καθόλου σκέψη, λες και ξύπνησε μόνο και μόνο για να εκτελέσει μια εσωτερική επιταγή, γύρισε το ρολόι της να δείχνει την ώρα του. Ο δικός της χρόνος δεν την ένοιαζε. Κι αν κατάφερνε να γυρίσει κι εκείνον πίσω -τον χρόνο, εννοώ- πάλι τα ίδια θα ήθελε να ζήσει. Όπως ακριβώς έγιναν. Δεν του στέρησε τίποτα, ούτε του εαυτού της, ούτε εκείνου, ούτε του χρόνου. Και δεν ήθελε να τον γυρίσει. Γιατί τον γέμισε. Δεν άφησε κάτι ανεκπλήρωτο. Τον απαξίωσε γυρνώντας του, εκείνη πρώτη, την πλάτη επιδεικτικά, να κοιτάει μπροστά, κι ας ήταν σκοτάδι, κι ας μην έβλεπε απολύτως τίποτα. Είχε ακόμα εκκρεμή ζητήματα μαζί του -με τον χρόνο, εννοώ.

Thursday, June 25, 2009

Πόσο;

Αν ξεκινήσω με το αυτοκίνητο, θα μου πάρει 1 μέρα και κάτι ώρες, αν ξεκινήσω περπατώντας, θα χρειαστώ 13 μέρες και κάτι ώρες. Δεν είναι ότι φοβάμαι τα αεροπλάνα. Είναι ότι θέλω να είσαι ο προορισμός μου κάθε μέρα, κάθε ώρα...

Tuesday, June 23, 2009

Κενό.

Έχει μαγκώσει το χέρι μου, έχει μαγκώσει το μυαλό μου, ακίνητα και τα δύο, παγωμένα, κοιτάω έξω τον ουρανό, γιατί τα πάντα μέσα μου έχουν ταφεί κάτω από τόνους χιονιού ή έχουν παραλύσει από τόνους αναισθητικού, μέσα μου επικρατεί μια περίεργη ησυχία, σαν αυτή μετά από σεισμό, μουδιασμένα τα μέλη μου κινούνται, γιατί πρέπει να πιστέψουν ότι υπάρχουν εδώ και τώρα και δεν έφυγαν μαζί σου, δεν έχω τίποτα να δώσω σήμερα και πουθενά, έχω αδειάσει, αναρωτιέμαι αν ονειρεύομαι ή όχι, μήπως δεν ξύπνησα ακόμα και βλέπω όνειρο ότι τάχαμου, λέει, γράφεις ένα σημείωμα με τα ονόματά μας και έναν σταυρό να τα ενώνει, και μετά κουβαλάμε τα σώματά μας εκεί που λίγο καιρό πριν, κι ακόμα λίγο πιο πριν, ταξιδεύαμε χέρι χέρι χαμογελώντας στις τζαμαρίες που έδειχναν τις φιγούρες μας, σαν να μην ξέραμε ότι τα αεροδρόμια κρύβουν κι αποχαιρετισμούς και δάκρυα κι αγκαλιές, κι από τότε -ή λίγο πιο πριν- έχω έναν πόνο στο στήθος δεν ξέρω από τι, εγώ, που ψάχνω πάντα τις ερμηνείες.

Τι ήθελα να σου πω; Ξέχασα.

Saturday, June 20, 2009

Μυστικά...

Είναι πολλά τα μυστικά μου... Σκόρπια εδώ κι εκεί... Ίσως γι' αυτό φοβάμαι τις μετακομίσεις...

Thursday, June 18, 2009

Σκέψεις...

Αν, εκατομμύρια χρόνια πριν, αποτελούσε προσαρμοστικό εξελικτικά χαρακτηριστικό η σκέψη, τείνω να πιστεύω πως στις μέρες μας αποτελεί προσαρμοστικό εξελικτικά χαρακτηριστικό η απουσία της. Αν κάποτε η σκέψη και η τροφή μεγάλωσαν τον εγκέφαλό μας δίνοντάς του δυνατότητες επιβίωσης μέσω της επίλυσης σύνθετων προβλημάτων, σήμερα, για να συντηρήσουμε την ικανότητα αυτή, επινοούμε προβλήματα εκεί που συχνά δεν υπάρχουν, κι ίσως να προσπαθούμε κιόλας να τα λύσουμε, υπάρχουν δεν υπάρχουν, με λάθος τρόπους. Πολλές φορές εύχομαι να μπορούσα να σταματήσω να σκέφτομαι, να μην σκοτίζω το νου μου, να άνοιγα τα μάτια μου το πρωί για να χαμογελάσω στο φως, όπως κάνουν τα λουλούδια, να περπατήσω στον δρόμο χωρίς κανένα βάρος πάνω μου πλην των ρούχων και των παπουτσιών, να μην ψάχνω τα μήπως και τα αν, να αντιμετωπίσω όλες τις φοβίες που έρχονται στο πλαϊ μου το ξημέρωμα και με ιδρώνουν, να σκεφτώ για εμάς ξανά και ξανά τις ίδιες ερωτήσεις που δεν έχουν απαντήσεις 998 κι όχι 1002 φορές και τόσα άλλα...
Πια δεν ξέρω τι να κάνω με τις σκέψεις μου, πού και πώς να τις διοχετεύσω...
Όποια λύση κι αν δώσω, με καθησυχάζει μόνο προσωρινά...
Κι η θεωρία μου πως, ακόμα κι αν δεν υπήρχε ο πόνος, θα τον επινοούσαμε, δεν με βοηθά και πολύ...

Monday, June 15, 2009

Αλυσίδα

Έχω αυτήν την αλυσίδα στο χέρι μου -ξέχασα να στο πω χτες, αποτελείται από τέσσερα κομμάτια, μικρές αλυσιδίτσες ελαφρώς διαφορετικού μήκους και σχεδίου, που ξεκινούν από ή καταλήγουν σε (ανάλογα πώς θα το δει κανείς) ένα κοινό σημείο, το κούμπωμα, σαν τέσσερα άτομα ή όσα άλλα, που οι δρόμοι τους κάποια στιγμή διασταυρώθηκαν. Καθώς κουνώ το χέρι, πίνω τον καφέ μου, γράφω, οδηγώ, γυρίζω τη σελίδα ενός βιβλίου, αγκαλιάζω, χαιρετάω, ειδικά όμως όταν κρατώ κάθετα τον πήχυ μου, οι τέσσερις αλυσιδίτσες χωρίζουν, κάποιες από αυτές μπλέκονται, τρεις από τις τέσσερις, η άλλη μόνη της, μετά ξαναχωρίζουν, πιο κάτω μένουν οι δύο μόνες τους σε απόσταση, και οι άλλες δυο τέμνονται, κουνώ το χέρι και το επαναφέρω, οι αλυσίδες αλλάζουν θέση, τώρα συναντώνται σε άλλη θέση, η πριν μόνη της συναντάται με μια άλλη, οι υπόλοιπες παίρνουν καθεμιά το δικό της δρόμο, μέχρι να ξανασυναντηθούν μεταξύ τους ή με τις άλλες.
Κοιτώ την αλυσίδα στο χέρι μου σαν να κοιτώ μια μαγική σφαίρα, που μου δείχνει όχι το μέλλον, αλλά τον χρόνο στην αέναή του πορεία, κάθε στιγμή και κάτι ξεχωριστό, καμιά δεν είναι ίδια, βλέπω πρόσωπα που γνώρισα, που χάθηκαν, που επέστρεψαν, που έφυγαν, που ξανάρχονται, που θα έρθουν, που θα φύγουν και ποιος ξέρει τι άλλο και μέχρι πότε... Είναι θαυμάσιο το πόσο μοναδικά ξεχωριστές και πόσο απρόβλεπτες είναι οι συναντήσεις αυτές...

Από τη στιγμή που κάποιοι δρόμοι διασταυρώνονται, ποτέ πια δεν είναι παράλληλοι...

Wednesday, June 10, 2009

It is through adversity...

Κάτι μέσα μου ξέρει καλύτερα από μένα να με σπρώχνει να νιώθω και να ζω, δίχως σώνει και καλά να καταλαβαίνω και να ερμηνεύω. Aυτό το κάτι πάντα το εμπιστευόμουνα, κατά πολλούς θα μπορούσε να με οδηγεί απευθείας στην καταστροφή, αλλά εμένα μου φαινόταν ο,τι πιο φυσιολογικό μπορούσα να κάνω, πάντα άκουγα αυτή την ανείπωτη φωνή να μου λέει τη μια πως ίσως να ζήσω πολύ και την άλλη πως ίσως πεθάνω την άλλη μέρα, πιο πολύ πίστευα το δεύτερο, κι ακόμα το πιστεύω, κι έτσι πάντα φροντίζω να γεμίζω τη ζωή μου με ο,τι νιώθω πως θέλω... Δεν είναι εύκολο να στο εξηγήσω, είναι αντίθετα πολύ απλό: να κάνεις αυτό που θες, ειδικά όταν αυτό είναι να αγαπάς. Στο τέλος κάθε δρόμου που βαδίζουμε όλα αποκτούν νόημα, it is through adversity που το καταλαβαίνεις, ότι όλα έπρεπε να γίνουν έτσι, και τότε χαμογελάς, κλαις και χαμογελάς, μα δεν πονάς όπως όταν χάνεις μια μάχη, πονάς όπως πονάς όταν κερδίζεις, γιατί κάθε που κερδίζεις χάνεις κάτι άλλο, μα δεν χάνεις τελικά, νέοι δρόμοι ανοίγονται. Τι λέω... Ούτε που ξέρω, ήθελα μόνο να σου πω ότι χαμογελάω κι ας δακρύζω, ξέρω λίγα μέσα μου, αλλά ένα από αυτά λέει ότι όλα θα πάνε καλά, όλα θα γίνουν για καλό, όλα, να μην φοβάσαι το σκοτάδι, γιατί είναι κομμάτι σου, να μην φοβάσαι, γιατί σε τριγυρίζει από παντού αγάπη, μα κι έτσι να μην είναι, εσύ μόνο αγάπη βλέπεις, ξέρεις τι θα πει αυτό; Θα πει ότι έχεις τα μάτια παιδιού μικρού, που κάθε φορά μαθαίνει από την αρχή τι θόρυβο κάνουν τα βότσαλα ή το νερό ή η άμμος στα χέρια του, που κάθε φορά μαθαίνει από την αρχή πως η νύχτα οδηγεί στη μέρα και η μέρα στη νύχτα, που ξεκινάει το ταξίδι του στη ζωή μη ξέροντας τίποτα παρά να εμπιστεύεται και να χαμογελά και να ελπίζει. Στα μάτια μου κάθε φορά σε ντύνω με χρώματα, σου χτενίζω τα μαλλιά, σε φιλώ, και σε αποχωρίζομαι, όπως την πρώτη μέρα που μια μάνα ανοίγει την πόρτα, για να στείλει το μικρό της στο σχολείο. Σε καμαρώνω να περπατάς, σκοντάφτεις σε μια πέτρα, τα παπούτσια σου σκονίζονται, χτυπάς το γόνατό σου, είσαι ανάμεσα να κλάψεις ή να πεισμώσεις, θέλω να τρέξω να σε βοηθήσω, μα δεν το κάνω, δεν σε φοβάμαι... It is through adversity...