Tuesday, March 31, 2009

Όταν φεύγει κάποιος...

Όταν φεύγει κάποιος, αφήνει ένα κενό στον χώρο, και λες και μπορείς να διακρίνεις το κενό του "για πάντα" από το κενό του "για λίγο". Ακόμα κι η σιωπή των δύο είναι διαφορετική. Όταν φεύγει κάποιος, φεύγει μια άποψη για τη ζωή, μια μυρωδιά, μια κίνηση, μια αύρα. Όταν φεύγει κάποιος, συνήθως έχει συννεφιά και δεν ακούγεται τίποτα. Μα κι αν έχει ήλιο, θα είναι αμείλικτα ψυχρός ή πυρωμένος. Πάλι δεν θα ακούγεται τίποτα. Όταν φεύγει κάποιος, η μορφή του καθώς ξεμακραίνει λες και σβήνεται, σαν να μην υπήρξε ποτέ. Όταν φεύγει κάποιος μοιάζει λίγο με θάνατο.

Thursday, March 26, 2009

Αηδία!

Φτάνει πια με τις λέξεις!
Ώρες-ώρες, στιγμές-στιγμές, μου έρχεται να πάρω και να τα σκίσω όλα, να τα κλείσω, να τα σβήσω... Ώρες-ώρες και στιγμές από αυτές με πιάνει μια αηδία, μια άρνηση, μια ναυτία...
Λέξεις, και σκέψεις και σχέδια και προθέσεις και αναγγελίες και ικεσίες και προτροπές και καλέσματα και συμβουλές και χέρια που απλώνονται εικονικά και πραγματικά και άνθρωποι που κρύβονται από πίσω και περπατάνε δίπλα μας και άλλα σχέδια και μετάνοιες και τραγούδια και στίχοι και αναμνήσεις και ξανά σχέδια και όνειρα και συγγνώμες και αρνήσεις και ενοχές και αναπάντητα και πάλι εκεί, στο ίδιο σημείο, σχεδόν όπως και πριν καιρό, με μικρές μετατοπίσεις μπρος και πίσω, πάνω και κάτω, μικρές προσθήκες ανθρώπων, μα ο,τι γίνεται πραγματικό χάνει τη δύναμή του να το ονειρευόμαστε και να το φανταζόμαστε, ο,τι είναι μακριά και μας τάζει -έστω και αν στο μυαλό μας μόνο συμβαίνει- ακόμα την κρατά. 'Αδικο, αλλά ποιος ασχολείται με αυτό τώρα; Μόνο όταν ανεπιστρεπτί το χάσουμε. Ναι, ανεπιστρεπτί! Ο,τι έζησες, έζησες, ο,τι χάνεις, το 'χασες, δεν γυρίζει, κι αν το κάνει, δεν θα είναι το ίδιο ή θα το κοιτάς και πάντα θα φοβάσαι, με την ίδια δύναμη που κάποτε το πόθησες, με την ίδια θα τρέμεις μην το χάσεις ξανά και δεν είσαι εσύ έτσι, σε ξέρω. Δεν ωφελεί...
Δεν έχει σημασία, μα μ' έχει πιάσει μια αηδία και ξέρω καλά τη νοσηρή της φύση.

Tuesday, March 24, 2009

Τα πράγματα...

... "Κι όλο το μόχθο, τις γιορτές, τις αγκούσες, πενήντα, ογδόντα, εκατό χρόνων ... θαρρείτε πια πως τις παίρνετε μαζί σας, γιατί καρφώσατε όπως όπως μέσα σε σανιδένια μπατάλικα σεντούκια τα έπιπλα και το ρουχισμό και τα σκεύη σας και τίποτε θυμητικά μικροπράγματα. Και θα νομίζετε πως μια και κουβαλήσατε τα πράματα σώσατε μαζί τους τη χαρά και τους έρωτες και τις ελπίδες και τα μεθύσια. Τίποτα δε σώσατε. Μόνο άψυχα πράματα που κάποτε σταθήκαν μάρτυρες. Θα τα στήσετε κάτω από άλλον ουρανό και θα δείτε πως δε θα σας μιλούν, δε θα σας λένε αυτά που περιμένετε. Γιατί θα τα ζεσταίνουν άλλα χνώτα, άλλα βλέμματα, άλλες φωνές. Μη χάνεστε κι ακούστε που σας λέω. Μια ζωή που έζησες, την έζησες, δεν τη βρίσκεις αλλού. Γιατί την έζησες μέσα σε μυρουδιές, μέσα σε φώτα, μέσα σε ήλιους και βροχές, μέσα σ' ανθρώπους. Κι αυτά όλα θα μένουν πίσω σου και θα τ' αναζητάς. ....Θα λέτε: μάνα, και τούτη τη λεκάνη, πίσω μας θα την αφήσουμε; ....Τη λεκάνη και τα εικονίσματα μπορείτε να τα πάρετε. Ακόμα και το τραπέζι με τον κίτρινο μουσαμά. Και την Ουρανίτσα την ίδια μπορείτε να τη στείλετε αλλού. Μα η νύχτα μέσα στο γαϊδουροκαλόκαιρο, το φως της ασετυλίνης, τους δρόμους και το βουητό του μαχαλά, τα σπασμένα τζάμια και τις μεγάλες φωτισμένες γυάλες με το πράσινο και το κόκκινο νερό, το λαχάνιασμα του Γιούνες, το χαμόγελο του γιατρού, αυτά όλα θα μείνουν πίσω, δεν κλείνονται σε βαγόνια. Και δίχως αυτά τι παίρνετε μαζί σας; Τίποτα!".

Αριάγνη, Στρ. Τσίρκας

Monday, March 23, 2009

Ίχνη...

Μην ξεχάσεις να μου αφήσεις κάτι, ο,τιδήποτε, ένα χαρτάκι με τα γράμματά σου, τα αποτυπώματα των δακτύλων σου σε ένα ποτήρι, το σημάδι ενός αντικειμένου που άλλαξε θέση, την εφημερίδα γυρισμένη σε διαφορετική σελίδα, τη μυρωδιά σου σε αναπάντεχα σημεία... Το σκοτάδι μοιάζει πιο βαθύ, όταν ανοίγεις μια πόρτα που κάποιος άφησε ξεκλείδωτη φεύγοντας.

Tuesday, March 17, 2009

Μαζί σου...

Άντε να βάλεις μιαν εικόνα, άντε να στριμώξεις κι ένα βιντεάκι, άντε κι ένα play-pause ν' ακούσεις μια φωνή, γέμισε ο χώρος, λίγο η σκέψη, λίγο να θέλω να σου εξηγήσω ακριβώς τι εννοώ (ώρες-ώρες με πιάνει μιαν απίστευτη εμμονή στη λεπτομέρεια, και ξέρω πως δεν χρειάζεται), μα δεν φτάνει η πατερίτσα η δανεική, θέλω εμένα να σου δείξω, καθαρά, χωρίς μεσάζοντες τα χρώματα, τους ήχους, τις εικόνες, ίσως πάλι λίγο να βοηθάνε κι αυτά, αλλά η αλήθεια μου είναι γυμνή και είναι μπροστά σου, πότε στο βλέμμα μου, πότε στο σώμα μου, πότε σε 24 γράμματα τοποθετημένα μια έτσι μια αλλιώς, φτιάχνοντας άπειρα που σου είπα κι άλλα τόσα που δεν σου έχω πει κι άλλα τόσα που εννοούνται ή δεν λέγονται ή δεν πρόλαβα ακόμα. Δεν είμαι καλή στο να μιλώ, μπερδεύομαι, βγαίνουν πολλά μαζί και δεν έχω κριτήριο να διαλέξω. Και χτυπά η καρδιά μου στον παραμικρό ήχο, στην παραμικρή υποψία της παρουσίας σου, και δεν το φαντάζεσαι, αλλά σε περιμένω συνέχεια, κι όταν δεν το κάνω, νιώθω πάλι καλά να αισθάνομαι ότι θα είσαι καλά, ότι θα τη βρεις την άκρη μέσα σου, αν και θα δίσταζα να σου το ευχηθώ, στο έχω πει, κάποιοι άνθρωποι είναι ευλογημένοι και καταραμένοι να ψάχνουν δρόμους... Και σε βλέπω ξανά να φωτίζει το πρόσωπό σου ένας απογευματινός ήλιος στην ερημιά, και χαμογελάς, και μου μιλάς για σένα και για όσα σου αρέσουν, και είσαι τόσο όμορφος, τόσο φωτεινός όταν γελάς και σε λούζει ο ήλιος, και ξεχωρίζεις για πολλούς λόγους, όμως αυτός που μου έρχεται πρώτα πρώτα στο νου είναι ότι μαζί σου ποτέ δεν έχω δακρύσει, δεν ξέρω τι σημαίνει, αλλά σημαίνει κάτι, είμαι σίγουρη. Γιατί και πόνεσα και φοβήθηκα και μελαγχόλησα, μα δεν δάκρυσα... Ακόμα ψάχνω το γιατί κι έχω μείνει κολλημένη σε εκείνη την εικόνα σου με τον ήλιο στο πρόσωπο...

Monday, March 16, 2009

Τομές στον χρόνο


Ξαπλώσαμε στο κρεβάτι πλαϊ στη σόμπα, δίπλα η μια στην άλλη, ήμαστε κοντά, αληθινά κοντά, παρόλα τα χρόνια που μας χώριζαν, παρότι ξέρω πως θα διαφωνούσαμε πάνω σε ζητήματα λιγότερο ή περισσότερο ουσιαστικά, από το αν γίνεται καλό το φαγητό στη χύτρα ταχύτητας, μέχρι το αν η αγάπη έχει μορφές και διάρκεια. Ούτως ή άλλως δεν θα επέμενα στο αντίθετο... Έτσι είμαι εγώ. Έπλεξε τα δάχτυλά της στα δικά μου κι άρχισε να μου μιλά. Το μυαλό μου έτρεξε για λίγο σε σκηνές στο μέλλον, αλλά το επανέφερα, να μην χάσω ούτε στιγμή από το τώρα. Η γιαγιά μου ξέρει να αγαπά αλλά και να μισεί με το ίδιο πάθος, όμως προτιμά να αγαπά, ξέρει να δίνει αλλά σπάνια ζητά, ξέρει να μαντεύει αλλά δεν θα σου το πει, ξέρει πως η δύναμη ξεκινά από το μυαλό και την καρδιά και σταματά στα χέρια και τα πόδια, ξέρει να σε μαλώνει, μα δεν σου θυμώνει, της αρέσει να χαϊδεύει τα λουλούδια και δεν θα ντραπεί να σου πει πως το κάνει, μα δεν ποτέ δεν θα μάλωνε ένα παιδάκι, ακόμη κι αν της τα έκοβε όλα, και θα έδιωχνε από την αυλή της μεμιάς όποιον το μάλωνε, γιατί έτσι είναι τα παιδιά, είναι σαν γυαλί, που άμα ραγίσει δεν ξανακολλά, δεν ξέρει όλα όσα κρύβω, μα ώρες-ώρες νιώθω πως θα μπορούσα να της πω τα πάντα, ίσως και να καταλάβαινε... Σταυρώσαμε τα πόδια ξαπλωμένες καθώς ήμαστε και τα λικνίζαμε με τον ρυθμό και την ένταση της κουβέντας. Θα μπορούσα να φοράω καφέ ναϋλον κάλτσες και να με φωνάξουν με το όνομά της, θα μπορούσε να φοράει μαύρες μακριές κάλτσες και την φωνάξουν με το δικό μου. Αν εστίαζες την προσοχή σου εκεί και μόνο, θα μπορούσες ίσως για μια μικρή στιγμή να μας μπερδέψεις.