Τομές στον χρόνο
Ξαπλώσαμε στο κρεβάτι πλαϊ στη σόμπα, δίπλα η μια στην άλλη, ήμαστε κοντά, αληθινά κοντά, παρόλα τα χρόνια που μας χώριζαν, παρότι ξέρω πως θα διαφωνούσαμε πάνω σε ζητήματα λιγότερο ή περισσότερο ουσιαστικά, από το αν γίνεται καλό το φαγητό στη χύτρα ταχύτητας, μέχρι το αν η αγάπη έχει μορφές και διάρκεια. Ούτως ή άλλως δεν θα επέμενα στο αντίθετο... Έτσι είμαι εγώ. Έπλεξε τα δάχτυλά της στα δικά μου κι άρχισε να μου μιλά. Το μυαλό μου έτρεξε για λίγο σε σκηνές στο μέλλον, αλλά το επανέφερα, να μην χάσω ούτε στιγμή από το τώρα. Η γιαγιά μου ξέρει να αγαπά αλλά και να μισεί με το ίδιο πάθος, όμως προτιμά να αγαπά, ξέρει να δίνει αλλά σπάνια ζητά, ξέρει να μαντεύει αλλά δεν θα σου το πει, ξέρει πως η δύναμη ξεκινά από το μυαλό και την καρδιά και σταματά στα χέρια και τα πόδια, ξέρει να σε μαλώνει, μα δεν σου θυμώνει, της αρέσει να χαϊδεύει τα λουλούδια και δεν θα ντραπεί να σου πει πως το κάνει, μα δεν ποτέ δεν θα μάλωνε ένα παιδάκι, ακόμη κι αν της τα έκοβε όλα, και θα έδιωχνε από την αυλή της μεμιάς όποιον το μάλωνε, γιατί έτσι είναι τα παιδιά, είναι σαν γυαλί, που άμα ραγίσει δεν ξανακολλά, δεν ξέρει όλα όσα κρύβω, μα ώρες-ώρες νιώθω πως θα μπορούσα να της πω τα πάντα, ίσως και να καταλάβαινε... Σταυρώσαμε τα πόδια ξαπλωμένες καθώς ήμαστε και τα λικνίζαμε με τον ρυθμό και την ένταση της κουβέντας. Θα μπορούσα να φοράω καφέ ναϋλον κάλτσες και να με φωνάξουν με το όνομά της, θα μπορούσε να φοράει μαύρες μακριές κάλτσες και την φωνάξουν με το δικό μου. Αν εστίαζες την προσοχή σου εκεί και μόνο, θα μπορούσες ίσως για μια μικρή στιγμή να μας μπερδέψεις.
0 Comments:
Post a Comment
<< Home