Έπεα
Σου πιάνουν το χέρι και σε βοηθούν να κρατήσεις το μολύβι ανάμεσα στα δάκτυλα και να προσπαθήσεις να γράψεις πάνω στις γραμμές, ανάμεσα στις γραμμές, πάνω στα προτυπωμένα στίγματα, τα πιο όμορφά σου γράμματα, εκείνα που θα σε ξεχωρίσουν από κάθε άλλο παιδάκι, για να πει ο δάσκαλος "δείτε, δείτε τι όμορφα και στρογγυλά γράμματα έχουμε εδώ!" και να χαμογελάσουν από περηφάνια και καμάρι. Εσένα για λίγο μόνο θα σε νοιάξει. Αυτές οι κολακείες, όπως θα τις πεις μετά, σου είναι παγερά αδιάφορες. Έμαθες επιτέλους να γράφεις, κάνεις τα δικά σου γράμματα, εκείνα που σε ξεχωρίζουν και σε χαρακτηρίζουν πότε έχεις μέσα σου θυμό, πότε χαρά, πότε βιασύνη, πότε άπλετο χρόνο να σπαταλήσεις φιλοσοφώντας και καλλιγραφώντας.
Κάνεις πια τα δικά σου λάθη, μα κι αυτά ακόμα σε χαρακτηρίζουν, γι' αυτά ακόμα και σ' αγαπούν, είναι τα δικά σου λάθη, ορθογραφικά, συντακτικά, σημασιολογικά και άλλα, ων ουκ έστι αριθμός. Λάθη μαζί και ψέματα.
"Πιάνουν" τα χέρια σου, λένε. Τα χώνεις σε πρίζες, μαστορεύεις κατασκευές, γιατρεύεις εξαρθρωμένες κούκλες, τις απόκριες σου χώνουν κι ένα πιστόλι ανάμεσα στα δάχτυλα -μα πόσο δεν σου πάει!
Σου βλέπουν δρόμους στο φλυτζάνι που ακούμπησαν τα χείλη σου και μετά έκανες ένα σημάδι με τον δείκτη σου στον πάτο (εσύ δεν τα πιστεύεις αυτά), βήματα ασταμάτητα, μα πότε επιτέλους θα σταματήσεις να πας και να έρχεσαι;, αναρωτιέσαι, σου βάζουν αναμμένα τσιγάρα στα ίδια δάκτυλα μα και στο στόμα, επιλέγουν τις μουσικές που σ' αρέσουν να ακούς κουνώντας το κεφάλι, ψιθυρίζοντας τους στίχους και χτυπώντας ρυθμικά τα χέρια, σου ντύνουν τις στιγμές να 'ναι σαν παραμύθι, να πας σπίτι σου να το γράψεις με εκείνον τον τρόπο που εσύ ξέρεις.
Φοράνε γάντια και σου πιάνουν το χέρι, αυτό το ίδιο χέρι, μες στο κρύο -δικαιολογία είναι το κρύο, και με τη ζέστη το ίδιο κάνουν.
Σε περιμένουν, σε περιμένουν, σε περιμένουν, σε ακούν, αγωνιούν, ανυπομονούν, σε βλέπουν να κλαις, ακούν το παράπονό σου μεταφρασμένο σε γκρίνια, θέλουν να σε βοηθήσουν, κι όταν δεν αντέχουν άλλο να πονάς, παίρνουν το χέρι σου στο δικό τους και γράφουν τα πράγματα που εσύ μόνο με το στόμα μπορείς να πεις και να ξεχάσεις εκείνη κιόλας τη στιγμή. Έπεα πτερόεντα. Και τι να την κάνεις τη μνήμη, όταν πολύ καλά θυμάσαι μόνο εσύ;
2 Comments:
Α,τότε η μνήμη πονάει διπλά κι εσύ αισθάνεσαι δυστυχώς μισός,λίγος,για να τη γευτείς ολόκληρη,για να μην την μοιραστείς θέλω να πω...
Τα καλύτερά μου γράμματα ήταν το ρο με τη μακριά του γραμμή και το ολόστρογγυλό του όμικρον και κυρίως το λάμδα.Ήμουν ονομαστή για το λάμδα μου στην πρώτη δημοτικού και δεν κάνω καθόλου πλάκα.Μέχρι και η μητέρα μου,πολύ μετρημένη κατά τα άλλα,φαινόταν περήφανη και χαρούμενη και έδειχνε αυτό το λάμδα στους οικείους.Καταλαβαίνεις τώρα πώς ένιωθα...Η πρώτη νίκη μου,ένα λάμδα!
όλα θα πάνε καλά,
θυμάμαι το παινεμένο "ρο" μιας συμμαθήτριάς μου. Δεν καταλάβαινα τι κάνει ένα γράμμα όμορφο, το 'χα ένα πρόβλημα με τους ορισμούς γενικά, το οποίο με ακολουθεί ακόμα. Εκείνο το "ρο" το έλεγαν "στρογγυλό", ότι έχει "ωραία ουρά" και τέτοια. Δεν θυμάμαι αν προσπάθησα να το μιμηθώ κατόπιν παραινέσεως του δασκάλου...
Post a Comment
<< Home